Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2015

Η Ύψιστη Ανάβαση.

«Ο Θεός δοκίμασε τον Αβραάμ, και του είπε: Αβραάμ∙ κι εκείνος είπε: Εδώ είμαι. Και είπε: Πάρε τώρα τον γιο σου τον μονογενή, που αγάπησες, τον Ισαάκ, και πήγαινε στον τόπο Μοριά, και πρόσφερέ τον εκεί σε ολοκαύτωμα επάνω σε ένα από τα βουνά, που θα σου πω». Γένεση 22:1,2.

Η συγκεκριμένη ιστορία της Γένεσης, με μια πρώτη ανάγνωση σοκάρει τον μελετητή ως προς τα πρώτα δύο εδάφια, τον φορτίζει με αγωνία ως προς την εξέλιξή της, και τον συνεπαίρνει ως προς την κατάληξή της, ακριβώς γιατί αποδεικνύει το βάθος της πίστης του Αβραάμ, και το ανεξιχνίαστο Μεγαλείο του Χαρακτήρα του Θεού. Χρόνια ολόκληρα ο Αβραάμ περίμενε την εκπλήρωση της Υπόσχεσης του Θεού, ότι από το σπέρμα του θα εξέλθει κληρονόμος. Όσο τα χρόνια περνούσαν και τίποτα δε συνέβαινε που θα μπορούσε να αλλάξει τα πράγματα, τόσο και πιο ανέφικτη φάνταζε η εκπλήρωση. Όμως, ο Λόγος του Θεού δεν επιστρέφει ποτέ κενός, και στην ορισμένη από τον Θεό ώρα, δόθηκε στον Αβραάμ ο πολυπόθητος γιος από τη σύζυγό του Σάρρα, ενώ και οι δύο ήταν σε πολύ προχωρημένη ηλικία. Ο γιος της Επαγγελίας μεγάλωνε με χάρη, και τίποτα δε φαινόταν να ταράζει την οικογενειακή γαλήνη. Ακόμα και το θέμα του γιου του Αβραάμ, Ισμαήλ, από τη δούλη του Άγαρ, είχε ρυθμιστεί από τη φροντίδα και φιλευσπλαχνία του Θεού, και έτσι ο Ισαάκ έμενε στο σπίτι ως ο νόμιμος και αδιαφιλονίκητος κληρονόμος. Και ενώ όλα ήταν τόσο ήρεμα και ελεγχόμενα, η φωνή του Θεού πέφτει σαν μαχαιριά μέσα στην καρδιά του Αβραάμ: «θα πάρεις το γιο σου τον μονογενή, τον γιο σου που αγάπησες…. ξέρεις για ποιον μιλώ…. εννοώ τον Ισαάκ και θα τον προσφέρεις θυσία για Μένα…».

Δεν υπάρχουν λόγια άξια να περιγράψουν την οδύνη που κατέκλυσε την ψυχή του δύστυχου πατέρα. Εκείνο ακριβώς το τέκνο για το οποίο υπήρχαν τόσες προσευχές και τόση προσδοκία, εκείνο ακριβώς το τέκνο, που έφερε τόση χαρά στους γονείς του, ύστερα από τα πικρά χρόνια της ατεκνίας τους, εκείνος ακριβώς ο μονάκριβος και πολυαγαπημένος, έπρεπε να θυσιαστεί στον Θεό. Δεν υπάρχουν εξηγήσεις, δικαιολογίες ή έστω μια παρήγορη κουβέντα από τον Θεό. Η Εντολή Του είναι ρητή και κατηγορηματική. Η απαίτηση της θυσίας είναι πέρα για πέρα αμείλικτη, άδικη και ακατανόητη. Εκτός αυτού, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι ο Αβραάμ δε ζούσε στα χρόνια του Χριστού, ή στα χρόνια μετά από Αυτόν. Δεν είχε δει την Ανάσταση του Λαζάρου ή δεν είχε ζήσει το Μεγαλείο της Ανάστασης του Σωτήρα. Δεν είχε κάτι το χειροπιαστό, για να κρατηθεί και να αντέξει σε αυτή τη μέγιστη δοκιμασία. Δεν είχε τίποτα το λογικά αναμενόμενο, όπως μια άλλη παρόμοια εμπειρία στη ζωή ενός συγγενή, φίλου ή γνωστού του, κατά την οποία ο Θεός ζήτησε κάτι ανάλογο, και στο τέλος επενέβη και δε συνέβη τίποτα το δυσάρεστο.

Όχι, ο Αβραάμ δε στηρίχθηκε σε τίποτα το λογικό, για να ελπίσει και να λάβει δύναμη η καρδιά του. Εκείνες τις τραγικές στιγμές, που έπρεπε να λάβει την απόφαση της υπακοής ή της ανυπακοής, δεν είχε τίποτα απολύτως το ελπιδοφόρο, εκτός από την επιλογή να επιδείξει υπέρλογη πίστη. Και απέναντι σε αυτή την προοπτική, επέλεξε να σταθεί κρατώντας γερά το χέρι του Θεού, ακόμα και αν το σχέδιό Του φαινόταν ανείπωτα σκληρό. Επέλεξε να κρατήσει αυτό το χέρι με πίστη και εμπιστοσύνη ότι το Θεϊκό Βλέμμα ακόμα και σε αυτή τη σκοτεινή ώρα, που τίποτα δε φαινόταν παρήγορο και ευοίωνο, έβλεπε κάτι που το ανθρώπινο μάτι δεν μπορούσε να δει ή να σταθμίσει. Η θυσία που του ζητήθηκε διεκπεραιώθηκε πρώτα στη θέληση, πριν αποφασίσει να ανέβει στο όρος. Προξενεί τόση εντύπωση στην καρδιά του μελετητή ότι ο πατέρας που τόσο αγαπούσε το τέκνο του, δεν προφέρει ούτε μια τόση δα αντίρρηση στον Θεό. Δε διαπραγματεύεται, δεν προσφέρει ανταλλάγματα. Απλώς υπακούει με θαυμαστή ταπείνωση και απλότητα, ακόμα και αν η καρδιά του είναι κατατσακισμένη από τη θλίψη.

Ένας άλλος πατέρας, πολλά χρόνια μετά τον Αβραάμ, προσήλθε στον Ιησού Χριστό με απόγνωση, ζητώντας τη θεραπεία της πολυαγαπημένης του κόρης. Ήταν ο αρχισυνάγωγος Ιάειρος, που απελπισμένος και περίλυπος ζήτησε από τον Ιησού να θεραπεύσει την κόρη του που ψυχορραγούσε. Ασφαλώς και ο Ιάειρος είχε πίστη στον Χριστό, αλλιώς δε θα απευθυνόταν σε Αυτόν. Ωστόσο, συγκρίνοντας αυτές τις δύο περικοπές, λαμβάνουμε τόσο σημαντικά μαθήματα για το χαρακτήρα της γνήσιας πίστης. Ο Ιάειρος είχε την πίστη που τον ώθησε να σώσει το παιδί του, ενώ ο Αβραάμ είχε την πίστη που όπλισε την καρδιά του με δύναμη, για να θυσιάσει το παιδί του. Και οι δύο άντρες είχαν πίστη, άλλος μικρότερη και άλλος μεγαλύτερη, όπως συμβαίνει με όλους τους χριστιανούς. Εκείνο στο οποίο αξίζει να εστιάσουμε την προσοχή μας, είναι ότι ο Θεός δεν κατακρίνει το βαθμό της ελλιπούς πίστης, καθώς ο Ίδιος μας λέει ότι έστω και πίστη σαν κόκκος σινάπεως είναι ευάρεστη, καθώς, αν εμείς θελήσουμε να την καταθέσουμε σε Αυτόν, Εκείνος είναι Πρόθυμος να εργαστεί μαζί της, και να την αυξήσει.

Ο Θεός, αντιμετωπίζοντας αυτούς τους δύο ανθρώπους ως ξεχωριστές προσωπικότητες, εργάζεται για τον καθαρισμό της πίστης τους, επιλέγοντας την ανάλογη δοκιμασία. Ο Ιάειρος κλήθηκε να πιστέψει ότι ο Χριστός μπορούσε ακόμα και στο νεκρό σώμα της κόρης του να δώσει ζωή. Ωστόσο, στη δοκιμασία του τον στήριξε ο Λόγος του Χριστού: «Μη φοβάσαι∙ μόνον πίστευε και θα σωθεί». Λουκάς 8: 50. Ο Αβραάμ από την άλλη, δεν είχε καμία φιλεύσπλαχνη διαβεβαίωση από τον Θεό του τύπου: «Mη φοβάσαι, ανέβα στο όρος και εκεί θα δεις το Μεγαλείο Μου». Ο Θεός αποφάσισε να δοκιμάσει την πίστη του, επιλέγοντας ένα τελείως διαφορετικό σκηνικό από εκείνο του Ιάειρου: τον δοκίμασε στη σιωπή και στη φαινομενική σκληρότητα εκ Μέρους Του. Τον δοκίμασε στην απόλυτη έλλειψη της κατανόησης του σχεδίου και του Θελήματός Του. Ο Αβραάμ επειδή επέλεξε να σταθεί και να πιστέψει στην Αγάπη και των αλάνθαστων Σχεδίων του Θεού, ακόμα και αν έσφιγγε την ψυχή του βαθύ σκοτάδι, ονομάστηκε δικαιολογημένα πατέρας της πίστης. Καθώς διαβάζεις συγκριτικά αυτές τις δύο περικοπές, αξίζει να συλλογιστείς πάνω στους τρόπους που ο Θεός επιλέγει να εργαστεί με τον καθένα μας προσωπικά. Δε μας δοκιμάζει παραπάνω από τη δύναμή μας, αλλά είναι αποφασισμένος να καθαρίσει την πίστη μας, και να την κάνει λαμπερή σαν ατόφιο χρυσάφι.

Διαβάζοντας όλο το εικοστό δεύτερο κεφάλαιο της Γένεσης, που είναι αφιερωμένο σε αυτή τη δοκιμασία του Αβραάμ, νιώθεις σαν να ακολουθείς τον πονεμένο πατέρα σε κάθε βήμα που κάνει, καθώς ελεύθερα έχει επιλέξει να ανέβει στο όρος και να υπακούσει στον Θεό. Το κείμενο δε δίνει απολύτως καμία πληροφορία για τα συναισθήματα του Αβραάμ, όμως ο μελετητής σε κάθε κίνησή του, αισθάνεται μέσα του την απερίγραπτη οδύνη του πατέρα. Έχει αποφασίσει να ακούσει τη Φωνή του Θεού, όμως αυτό δεν ακυρώνει τον πόνο. Τον παρακολουθούμε να σαμαρώνει το γαϊδουράκι, να παίρνει μαζί του τον μονάκριβο γιο του και δύο δούλους, να υψώνει τα μάτια του προς το όρος όπου θα γινόταν η θυσία (ανείπωτος ο πόνος που στάζει από εκείνα τα μάτια), να παίρνει τα ξύλα της ολοκαύτωσης, να ανταλλάσσει λίγες μα τόσο τρυφερές κουβέντες με τον πολυαγαπημένο Ισαάκ, να πραγματοποιεί εκείνη την επώδυνη ανάβαση στο όρος της θυσίας, ανάβαση που είναι η σταύρωσή του, αλλά θα σφραγιστεί με την ανάστασή του.

Ένα άλλο Πρόσωπο, χιλιάδες χρόνια μετά, έλαβε την απόφαση να ανεβεί στο δικό Του Όρος της Ύψιστης Δοκιμασίας. Επέλεξε, αν και τόσο Αθώο, τόσο Άμεμπτο και τόσο Δίκαιο, να πορευτεί με νικηφόρα Πίστη, και απέραντη Αγάπη στο Γολγοθά το Δικό Του, που δε συγκρίνεται με το Γολγοθά της δοκιμασίας κανενός ανθρώπου. Είναι ο Σωτήρας σου και Σωτήρας μου, ο Σωτήρας του κόσμου Ιησούς Χριστός, που διήλθε νικηφόρα μέσα από το πιο καυτό καμίνι δοκιμασίας, καμίνι τόσο φρικτό και τόσο οδυνηρό, που δε θα γνωρίσει κανένας άνθρωπος από καταβολής κόσμου. Ο Αβραάμ, λαμβάνοντας την απόφαση να ανέβει στο όρος και να θυσιάσει ότι πιο πολύτιμο είχε, προεικόνιζε την Αγάπη του Θεού Πατέρα μας, και χωρίς να το αντιλαμβάνεται τότε γινόταν τύπος των πιστών όλων των εποχών, που καλούνται στη ζωή τους να ανέβουν στο όρος της προσωπικής τους δοκιμασίας. Αξίζει, όμως να προσέξεις το εξής. Η πραγματοποίηση της ανάβασης, τελικά δε συνέτριψε την καρδιά του Αβραάμ. Του αποκάλυψε το Μεγαλείο της Πανάγαθης Φύσης του Θεού με τρόπο που ποτέ πιο πριν δεν είχε γνωρίσει. Το κομβικό σημείο σε όλη αυτή τη δοκιμασία δεν ήταν απλώς η απόφαση να Αβραάμ να ανέβει στο όρος, καθώς ακόμα και αν συνέβη αυτό, θα μπορούσε να λιγοψυχήσει πάνω στο όρος. Όμως, αυτό δεν έγινε και η πίστη του ότι ο Θεός είναι απείρως πιο αγαθός από αυτό που μπορούσε να αντιληφθεί, του έδωσε τη δύναμη να υψώσει το μαχαίρι. Αυτή η στιγμή είναι η κορυφαία στη δοκιμασία του. Ύψωσε το μαχαίρι, όχι με χαρά, ούτε με την παρηγοριά πως κάτι καλύτερο θα έλθει στη ζωή του, ακριβώς γιατί για αυτόν ο Ισαάκ ήταν ότι το καλύτερο, ότι το πιο ξεχωριστό ανάμεσα στα ανθρώπινα. Και αυτό το ακριβό και αγαπημένο έπρεπε να τo θυσιάσει, επιδεικνύοντας πίστη και εμπιστοσύνη στον Θεό μέχρι τέλους, ακόμα και αν η καρδιά του ήταν καταξεσκισμένη από τον πόνο.

Παρακολούθησε αυτό τον ήρωα πατέρα, που μέσα στο μέγιστο σπαραγμό του επιλέγει να αποδώσει περισσότερη τιμή στον Θεό που του έδωσε αυτό το παιδί, ακόμα και αν γνώριζε τόσο καλά ότι η στέρηση του αγαπημένου τέκνου του θα ήταν για αυτόν αβάσταχτη. Μεταφέρσου νοερά σε εκείνη την τόσο μοναδική στιγμή, και προσπάθησε να διαβάσεις όλα όσα ξεχειλίζουν από τα μάτια του ανθρώπου που τολμά να υψώσει το μαχαίρι. Δεν υπάρχουν λόγια άξια να αποδώσουν το μεγαλείο της πίστης που προμηθεύει ο Θεός σε έναν άνθρωπο, που είναι απόλυτα αποφασισμένος να σταθεί για τον Θεό που πιστεύει και λατρεύει, ακόμα και αν νιώθει τα πόδια του παγωμένα. Το μαχαίρι υψώθηκε, και το χέρι εκείνο το κρατούσε η δύναμη της απόφασης του ανθρώπου να υπακούσει στον Δημιουργό του, και η ισχύς που ο Θεός προμήθευε ασταμάτητα στον πιστό του δούλο, καθώς ο Ίδιος δεν είχε πάψει στιγμή να εργάζεται για τον καθαρισμό της πίστης του Αβραάμ. Όμως, το μαχαίρι δε βάφτηκε με αίμα. Η Φωνή του Θεού εκφράστηκε την καίρια στιγμή, και ο Λόγος Του ήταν Λόγος απερίγραπτης ανακούφισης, και ευλογημένης επιβράβευσης: «Μη επιβάλεις το χέρι σου πάνω στο παιδάκι, και μη του κάνεις τίποτε∙ επειδή, τώρα γνώρισα ότι εσύ φοβάσαι τον Θεό, δεδομένου ότι δεν λυπήθηκες τον γιο σου τον μονογενή για μένα». Και λίγο πιο μετά ο άγγελος του Κυρίου μίλησε για δεύτερη φορά και είπε: «Ορκίστηκα στον εαυτό μου, λέει ο Κύριος, ότι, επειδή έπραξες αυτό το πράγμα και δε λυπήθηκες τον γιο σου, τον μονογενή σου, ότι εξάπαντος θα σε ευλογήσω, και εξάπαντος θα πληθύνω το σπέρμα σου σαν τα αστέρια του ουρανού, και σαν την άμμο που είναι κοντά στο χείλος της θαλάσσης∙ και το σπέρμα σου θα κυριεύσει τις πύλες των εχθρών σου∙ και διαμέσου του σπέρματός σου θα ευλογηθούν όλα τα έθνη της γης, επειδή υπάκουσες στη φωνή μου». Γένεση 22:12, 15-19.

Ίσως, ζεις και εσύ σε κάποια περίοδο της ζωής σου, κατά την οποία δοκιμάζεσαι σκληρά, και νιώθεις μέσα σου την ώθηση από το Άγιο Πνεύμα να σηκώσεις το μαχαίρι απέναντι σε καταστάσεις και σχέσεις. Σηκώνω το μαχαίρι δε σημαίνει εχθρεύομαι, μισώ ή πληγώνω τον άλλο, αλλά στην προκειμένη περίπτωση σημαίνει πως γίνομαι πρόθυμος να προσφέρω θυσία στον Θεό όλα τα πολύτιμα της ζωής μου, εμπιστευόμενος/η μέχρι την τελευταία στάλα του το Αγαθό Θέλημά Του. Ίσως, και εσύ καλείσαι να ζήσεις στην πράξη αυτό που πιστεύεις στη θεωρία, δηλαδή ότι ο Θεός είναι για σένα απείρως πιο σημαντικός από όλα τα αγαθά, και τις ευλογίες που υπάρχουν στη ζωή σου. Αν αυτή είναι η πραγματικότητα της ζωής σου αυτό το διάστημα, σίγουρα ο πόνος, η θλίψη και τα ερωτηματικά σφυροκοπούν ανελέητα τις αντοχές σου. Όμως, μην αποκάμεις, μη λυγίζεις και μην επιτρέπεις στον εχθρό να σε εμποτίζει με αρνητικές σκέψεις, και να λεηλατεί το συναισθηματισμό σου. Η Βίβλος είναι γεμάτη από ιστορίες ανθρώπων που επέλεξαν να τιμήσουν με την πίστη τους τον Θεό, και δεν ευλογήθηκαν απλώς. Υπερ – ευλογήθηκαν με την ενίσχυση της πίστης τους, και τη βαθύτερη κατανόηση του Χαρακτήρα του Θεού. Ίσως, πιστεύεις ότι ο Θεός είναι απλώς μακριά σου και ανεξήγητα σιωπηλός στις μέγιστες ανάγκες της ψυχής σου. Θυμήσου ότι αυτή είναι η κορυφαία δοκιμασία στη ζωή ενός πιστού: η απόφαση να συνεχίζει να λατρεύει και ακόμα περισσότερο να δοξάζει τον Θεό στο σκοτεινό και έρημο τοπίο της ζωής του, πριν ακόμα δει το αίσιο τέλος της δοκιμασίας του.

Το εικοστό δεύτερο κεφάλαιο της Γένεσης, που καταγράφει την πιο σκληρή δοκιμασία στη ζωή του Αβραάμ, ξεκίνησε με τρόπο σκοτεινό και ακατανόητο, σε τόσο και τέτοιο βαθμό, που κανείς δε θα περίμενε να ολοκληρωθεί με τόση ευλογία. Και στο δικό σου βιβλίο της ζωής, ίσως οι σελίδες που γράφονται τώρα σε καταπικραίνουν και σε πληγώνουν ανελέητα. Όμως, να μην ξεχάσεις ποτέ ότι τον τελευταίο λόγο τον έχει πάντα ο Θεός, και τίποτα δεν ξεφεύγει από τον έλεγχο και την Κυριαρχία Του για όλα τα παιδιά Του. Ακόμα και αν εσύ χρειαστεί να σηκώσεις το μαχαίρι, ακόμα και αν αισθάνεσαι το χέρι σου θρυμματισμένο και διαλυμένο από τον πόνο, θυμήσου ότι το υποστηρίζει η Δύναμη του Θεού που ρέει μέσα σου, επειδή Εκείνος γνωρίζει την καρδιά σου, και σε κραταιώνει για να σταθείς για τη Δόξα Του. Τα λόγια του Ιησού στο Ευαγγέλιο του Λουκά 9:24, «Επειδή, όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του, θα τη χάσει∙ και όποιος χάσει τη ζωή του εξαιτίας μου, αυτός θα τη σώσει. Επειδή, τι ωφελείται ο άνθρωπος αν κερδήσει ολόκληρο τον κόσμο, χάσει όμως τον εαυτό του ή ζημιωθεί;» Αξίζει να είναι η πυξίδα της ζωής σου κάθε φορά που νιώθεις τα κύματα των δοκιμασιών να σε πνίγουν. Η μέγιστη προτεραιότητα είναι η σωτηρία της ψυχής, και γι αυτό ο Ιησούς έδωσε τα πάντα, αλλάζοντας μια για πάντα την ιστορία του κόσμου μας, και δίνοντας νόημα σε όλους τους πόνους της ζωής μας. Έτσι, όταν εσύ σηκώνεις το μαχαίρι, να είσαι σίγουρος/η ότι η Δύναμή Του σε φρουρεί, το Έλεός Του σε παρηγορεί, η Χάρη Του κατεργάζεται σχέδια ευλογίας, και η υπόσχεσή Του σε οδηγεί στον πολυπόθητο τόπο της ανάπαυσης, και της έκβασης της δοκιμασίας σου. Ας έχει Δόξα το Λατρεμένο Του Όνομα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.